Η κρίση αξιών ήταν λογικό να δημιουργήσει και κρίση στη συλλογική λαϊκή ταυτότητα. Έτσι φαίνεται λογικό που το δημοτικό τραγούδι της Ελλάδας έχει υποστεί κακοποίηση.
Εμείς όμως εδώ το έχουμε πάει πολύ μακριά το έγκλημα. Ρούμελη και
Μοριάς έχουν πραγματικά συλήσει τον πολιτισμό τους. Και μάλιστα από
αυτούς που υποτίθεται το υπηρετούν: τους καλλιτέχνες αλλά και τους
«λάτρεις» του είδους. Αντέχει όμως, όπως και οι αξίες πάντα αντέχουν.
Από τη μία πλευρά των εγκληματιών εκ προθέσεως έχουμε τα
σκυλοκλάρινα. Απαίδευτοι αλλά ταλαντούχοι καλλιτέχνες που δεν καταλαβαίνουν από τσάμικο και συρτό. Κλαρινίστες με γρήγορα δάχτυλα και αναπνοές απίστευτες. Ντραμίστες που δεν χάνουν ποτέ και πουθενά. Μπασίστες που θα μπορούσαν να παίζουν οπουδήποτε στον κόσμο. Φωνές τρομερές σε βάθος και αντοχή. Αλλά τι το θες, δεν ακούγονται.
Αγαπημένα τους τραγούδια είναι τα ραβασάκια, η κουμπάρα, η συμπεθέρα, η γειτόνισσα η βλάχα και άλλα παλιότερα όπως το μελαχρινάκι και οι αμπάρες. Αυτά όμως ΔΕΝ είναι δημοτικά τραγούδια. Είναι σκυλάδικα, είναι κλαρινοπόπ, είναι ό,τι θέλετε, αλλά δημοτικό δεν είναι. Τελεία και παύλα.
Η συγκεκριμένη κατηγορία καλλιτεχνών του σκυλοκλάρινου έχει τόσο θράσος που μπορεί να μην παίξουν ούτε ένα δημοτικό τραγούδι όλη νύχτα. Ούτε έναν Ήλιο, μια Ιτιά ή μια Καραγκούνα. Και ξέρετε γιατί;
Πρώτο επειδή η κλαρινοπόπ είναι πολύ πιο εύκολη και ξεκούραστη. Απαιτούν από τον καλλιτέχνη να κουραστεί όσο και να έλεγε τραγούδια από τα Ζουζούνια. Εύκολα, γρήγορα απλά και το μάμαλο στην τσέπη. Κατά τα άλλα… πανηγύρι.
Δεύτερο, γιατί ένα δημοτικό τραγούδι δεν είναι ενός τραγουδιστή, ανήκει σε όλους. Ενώ τα ραβασάκια ανήκουν σε έναν καλλιτέχνη. Για να κάνουν όνομα για τις πίστες της Αθήνας σκύλεψαν τα πάλκα των πανηγυριών. Το παίξανε δημοτικοί στην αρχή τους για να γίνουν γνωστοί και τώρα συντηρούν το όνομά τους θυσιάζοντας το δημοτικό.
Εδώ όμως την ευθύνη δεν την έχουν μόνο οι καλλιτέχνες, αλλά ΚΥΡΙΩΣ αυτοί που πάνε πελάτες σε αυτά τα σκυλοσκηνικά. Δεν φταίει ο τραγουδιστής μόνο, αλλά και ο άλλος που τα σκάει για να τον χτίσει πίσω από κούτες «σαμπάνιας», που είναι σόδες σε μεγάλα μπουκάλια που κάνουν τσαφ. Οι καλλιτέχνες κακώς παίζουν τα κλαρινοπόπ τους. Ο άλλος που «μερακλώνει» και σηκώνεται να «χορέψει» έναν κυκλικό αχταρμά και κουνάει το κεφάλι και καλά στο ρυθμό, δεν φταίει; Αυτός που καίει μπουκάλια ουίσκι επειδή τραγούδησε το ίνδαλμα το «χρόνια σου πολλά αγάπη μου γλυκιά» δε φταίει;
Παράλληλα υπάρχει μια τεράστια παρεξήγηση: «μα αυτά παίζουν τα όργανα πια». Όχι, δεν ισχύει. Αυτά παίζουν τα όργανα όταν η πίστα είναι «ανοιχτή», δηλαδή ο χορός δωρεάν και ο καλλιτέχνης κάνει ό,τι γουστάρει. Και ό,τι πάρεις είναι πανάκριβο. Στην περίπτωση αυτή οι καλλιτέχνες έχουν πληρωθεί από τον μαγαζάτορα και οι τιμές σε ποτά είναι στο Θεό. Ενδεικτικά ένα ποτό στο πανηγύρι της Παλιοπαναγιάς φέτος ήταν ακριβότερο από ό,τι σε roof garden στο Μοναστηράκι με την Ακρόπολη πιάτο στο χέρι σου! Όταν λοιπόν ο «λάτρης» του «δημοτικού» πάει σε τέτοιες σκυλοκαταστάσεις, φταίει. Αφήστε τους μια δυο χρονιές άδειους και θα δείτε πως το ραβασάκι θα γίνει Βλαχοθανάσης και πως η φασαρία για τα μάτια της Μαρίας θα γίνει Μαυριδερούλα.
Πάμε τώρα στην άλλη πλευρά, αυτή των εγκληματιών από καλή πρόθεση, των «παραδοσιακών» καλλιτεχνών που στο μυαλό τους υπηρετούν την παράδοση κακοποιώντας και αυτοί με άλλο τρόπο τα δημοτικά πανηγύρια. Εδώ κάνουν την εμφάνισή τους χορευτικές ομάδες με φουστανέλες και σιγκούνια το κατακαλόκαιρο, με το άγχος του μετρήματος των βημάτων να φαίνεται στο πρόσωπο των μελών του χορευτικού. Τίποτα αυθόρμητο, μια χορογραφία μουσειακή. Ο χορός ο παραδοσιακός μπορεί να αναπαρίσταται έτσι, αλλά ο δημοτικός χορός είναι αλλιώς. Σπάνια ο ίδιος άνθρωπος θα χορέψει με τον ίδιο τρόπο το ίδιο τσάμικο. Θέλει μεράκι, κέφι και να βγάλεις αυτό που νιώθεις τη συγκεκριμένη στιγμή. Ο δημοτικός χορός είναι έκφραση, όχι χορογραφία. Αλλιώς δεν είναι δημοτικό.
Μην παρεξηγηθώ: οι χορευτικές ομάδες παραδοσιακών χορών προσφέρουν ΕΡΓΟ. Και εγώ εκεί έμαθα να χορεύω, και ο γιός μου το ίδιο. Δεν είναι δημοτικό όμως αυτό που κάνουν στα πανηγύρια, είναι παραδοσιακό. Έχει διαφορά.
Εκτός των χορευτικών ομάδων στα πανηγύρια έχει τελευταία μια ακόμη κατηγορία οπαδών της «παράδοσης», αυτή των συγκροτημάτων που παίζουν «παραδοσιακά». Που θεωρούν το δημοτικό «μουσειακό» είδος και όχι ζωντανό. Εννοούν ότι δεν έχουν καθόλου «έκο», παίζουν σε χαμηλή ένταση και όλα τα όργανα είναι παραδοσιακά και γενικά υπάρχει μια «ορθοδοξία» που όμως δεν σχετίζεται απαραίτητα με τη δημοτική μουσική. Εδώ έχουμε τρία προβλήματα.
Πρώτο σημείο που αυτές οι ορχήστρες είναι λάθος, είναι που δεν καταλαβαίνουν πως το δημοτικό τραγούδι είναι ζωντανό. Δεν είναι παράδοση, είναι σήμερα. Εξελίσσεται διαρκώς στον χρόνο από τον ίδιο τον κόσμο. Επομένως είναι ανοησία να επιμένεις πως ορχήστρα που έχει μπάσο και ντραμς δεν είναι δημοτική. Όχι φίλοι εραστές του παραδοσιακού, το δημοτικό δεν χάλασε από το μπάσο αλλά από το σκυλάδικο. Αν παίξεις ένα τσάμικο ωραίο είτε με μπάσο είτε με λαούτο, παραμένει τσάμικο. Δεν είναι το όργανο αλλά ο σκοπός και κυρίως ο τρόπος το πρόβλημα!
Μεγαλύτερη απόδειξη ότι το δημοτικό είναι ζωντανό και όχι παραδοσιακό είναι το ίδιο το κλαρίνο. Το κλαρίνο ΔΕΝ είναι παραδοσιακό όργανο. Το κλαρίνο ήρθε στην Ελλάδα μετά το 1810. Δηλαδή όλα αυτά τα τραγούδια που ξέρουμε ως «κλέφτικα» δημιουργήθηκαν όταν ακόμα ΔΕΝ υπήρχε κλαρίνο στην Ελλάδα. Ο Κολοκοτρώνης και ο Καραϊσκάκης πιθανόν να μην χόρεψαν ποτέ με κλαρίνο! Αντικατέστησε άλλα πνευστά όπως η φλογέρα και η πίπιζα, απλά γιατί άρεσε περισσότερο και επειδή άφηνε μεγαλύτερα περιθώρια για δεξιοτεχνία. Όταν λοιπόν η σημαία του δημοτικού είναι το κλαρίνο το οποίο ήρθε στην Ελλάδα αιώνες μετά από τότε που βγήκαν τα περισσότερα δημοτικά τραγούδια, πως μπορεί παραδοσιακό να σημαίνει και δημοτικό;
Δεύτερον, πανηγύρι και γενικά οποιοδήποτε δημοτικό γλέντι σημαίνει διάρκεια. Είναι φύσει αδύνατο ένας τραγουδιστής ή ένας κλαρινίστας να σταθεί στο πάλκο πάνω από κάποιες ώρες. Μετά από δύο, άντε τρεις ώρες θα σταματήσει. Εκτός αν έχει την ηχητική η οποία του επιτρέπει να ακούγεται χωρίς να πιέζεται στο τέρμα των δυνατοτήτων του από άποψη αναπνοής και λαιμού. Τα ηλεκτρόφωνα και το ελαφρύ έκο αυτό προσφέρουν στα γλέντια διάρκεια. Η έλευση των ηχητικών στο δημοτικό τραγούδι συνέπεσε με την εποχή που σταμάτησε αυτά να τραγουδιούνται «εν χωρώ», δηλαδή από το σύνολο των παρευρισκόμενων στο γλέντι. Αν θέλετε να κάνετε πανηγύρι με τραγουδιστή στο πάλκο κύριοι «παραδοσιακοί» καλλιτέχνες, θα έχετε και ηλεκτρόφωνα και έκο. Όχι τίποτα γελοίες καταστάσεις όπως στα σκυλοκλάρινα, όσο χρειάζεται για να είναι στο ρελαντί ο τραγουδιστής. Αλλιώς είτε βάλτε τον κόσμο να το πάρει με το στόμα όλοι μαζί για να είστε πραγματικά «παραδοσιακοί» για να τελειώνει το γλέντι το πρωί όπως πρέπει, ή θα κατεβαίνετε από το πάλκο σε δύο ώρες. Αλλά τότε δεν είναι πανηγύρι, είναι συναυλία. Γιατί το δημοτικό πανηγύρι σταματάει όταν βγει ο ήλιος, όταν δεν μπορεί να χορέψει κανένας άλλο ή όταν απλά τελειώσουν τα λεφτά.
Τρίτον, αυτό που αγνοούν οι «παραδοσιακοί» είναι ότι δημοτικό σημαίνει και τοπικό. Δημοτικό εδώ είναι το τσάμικο, το συρτό, οι σκοποί της περιοχής του Μεσολογγίου όπως το Ράστ και ο Αμάραντος. Άντε και μια επιμειξία με σκοπούς όμορων περιοχών, όπως είναι τα ηπειρώτικα και τα σαρακατσανέικα. Ως εκεί όμως. Φίλε παραδοσιακέ δεν μπορεί να λες ότι κάνεις πανηγύρι και μετά από 2 ώρες «κλαρίνα» να ανεβαίνει άλλο σύνολο που παίζει Κύθνο, Κρήτη ή Ικαρία. Ούτε μπορεί να μιλάμε για δημοτικό χορευτικό όταν στη Ρούμελη χορεύεις μόνο νησιώτικα και Θρακιώτικα. Καλά και άγια όλα αυτά για φεστιβάλ, αλλά όχι για πανηγύρια. Μην κάνετε πανηγύρια σουπερμάρκετ παραδοσιακών σκοπών από όλη την Ελλάδα!
Και που έχει καλά και σωστά πανηγύρια δημοτικά; Εξαφανίστηκαν; Έχουμε μείνει με τις παραδοσιακές συναυλίες από τη μία και τους κλαρινοπόπ από την άλλη; Ευτυχώς, το δημοτικό αντέχει. Υπάρχει και είναι εδώ. Και μαζεύει πάρα πάρα πολύ κόσμο. Δεν σβήνει εύκολα η λαϊκή ταυτότητα, αντέχει όπως και οι αξίες παρά την κρίση τους.
Αν θέλετε να βρείτε δημοτικό πανηγύρι η συνταγή είναι απλή. Πρώτον, ποιοι καλλιτέχνες είναι στο πάλκο. Είναι σκυλοπόπ ινδάλματα που βρίσκεις στο youtube πίσω από κούτες σαμπάνιας, που μπαίνουν στο χώρο με μπουλντόζες και ελικόπτερα, που έχουν «δικά τους» τραγούδια; Μην πάτε, θα σας βγει μάπα. Είναι σοβαροί δημοτικοί, σεμνοί και ταπεινοί; Πάτε, έχει πιθανότητες.
Δεύτερον, να μην λέει «πίστα-χορός ελεύθερα». Εκεί σπάνια ακούς δημοτικό ή έστω μόνο δημοτικό. Αν όμως είναι με «χαρτούρα» ανεβαίνουν οι πιθανότητες να είναι δημοτικό. Γιατί ο άλλος που πληρώνει 10 ή 20 ευρώ για ένα τσάμικο το εκτιμάει και το πονάει, δεν θα χορέψει τις μαργαρίτες που δε μιλάνε, ούτε θα γουστάρει στην ιδέα να αλλάξει γειτονιά εκείνη την ώρα. Θα χορέψει το τραγούδι που τον μερακλώνει και θα απαιτεί από την ορχήστρα να τον κοιτάει στα πόδια. Η οποία με τη σειρά της θα παίξει για να τον ικανοποιήσει, γιατί αλλιώς… δεν ξανά’ χει. «Μα που λεφτά για χορό μέσα στην κρίση;» θα σκεφτεί κάποιος αυθόρμητα. Έλα όμως που δεν είναι έτσι: θα βρεις μπύρα με 2 ευρώ κουτάκι ή 3 αν μπουκάλι μεγάλο, ψητό κάτω από 20 ευρώ, ποτό στα 5 και μπουκάλι ουίσκι στα 50 σε αυτά τα πανηγύρια. Ε, άμα σε παίρνει η στροφή πετάς και 10 ή 20 ευρώ για την πάρτη σου. Δεν σε παίρνει; Παίρνεις ένα ποτό με 5 ευρώ ή μια μπύρα με 2 ευρώ και χαίρεσαι με τα μεράκια των άλλων που παραγγέλνουν… δημοτικά. Τα πάντα εν σοφία που λένε
Τρίτον, μπορεί να χρειαστεί να κάνετε και λίγο δρόμο παραπάνω. Με αυτές τα τρία σημάδια, δεν πέφτεις εύκολα έξω. Και να μην έχει μουσειακές φουστανέλες στην έναρξη.
Κοντολογίς, δημοτικό δεν είναι ούτε η σκυλοπόπ με τις σαμπάνιες, αλλά ούτε και τα «παραδοσιακά» σχήματα που αντιμετωπίζουν το δημοτικό ως μουσειακό είδος. Είναι τα πανηγύρια στα οποία που βγαίνει μεράκι και όχι επίδειξη, εκεί όπου γίνεται γλέντι με τον κόσμο στην πίστα να χορεύει τα μεράκια του. Δεν είναι ούτε εκεί που ο κόσμος σταφυλοπατάει πιασμένος χέρι χέρι, αλλά ούτε και εκεί που κάθεται στην καρέκλα ακούγοντας ήχους προχθεσινούς. Και ευτυχώς, αυτό το δημοτικό υπάρχει ακόμη, όπως υπάρχουν και οι αξίες και η συλλογική λαϊκή ταυτότητα.
Και του χρόνου Αύγουστε με τα αληθινά δημοτικά πανηγύρια σου!
πηγή: http://www.skaipatras.gr
Από τη μία πλευρά των εγκληματιών εκ προθέσεως έχουμε τα
σκυλοκλάρινα. Απαίδευτοι αλλά ταλαντούχοι καλλιτέχνες που δεν καταλαβαίνουν από τσάμικο και συρτό. Κλαρινίστες με γρήγορα δάχτυλα και αναπνοές απίστευτες. Ντραμίστες που δεν χάνουν ποτέ και πουθενά. Μπασίστες που θα μπορούσαν να παίζουν οπουδήποτε στον κόσμο. Φωνές τρομερές σε βάθος και αντοχή. Αλλά τι το θες, δεν ακούγονται.
Αγαπημένα τους τραγούδια είναι τα ραβασάκια, η κουμπάρα, η συμπεθέρα, η γειτόνισσα η βλάχα και άλλα παλιότερα όπως το μελαχρινάκι και οι αμπάρες. Αυτά όμως ΔΕΝ είναι δημοτικά τραγούδια. Είναι σκυλάδικα, είναι κλαρινοπόπ, είναι ό,τι θέλετε, αλλά δημοτικό δεν είναι. Τελεία και παύλα.
Η συγκεκριμένη κατηγορία καλλιτεχνών του σκυλοκλάρινου έχει τόσο θράσος που μπορεί να μην παίξουν ούτε ένα δημοτικό τραγούδι όλη νύχτα. Ούτε έναν Ήλιο, μια Ιτιά ή μια Καραγκούνα. Και ξέρετε γιατί;
Πρώτο επειδή η κλαρινοπόπ είναι πολύ πιο εύκολη και ξεκούραστη. Απαιτούν από τον καλλιτέχνη να κουραστεί όσο και να έλεγε τραγούδια από τα Ζουζούνια. Εύκολα, γρήγορα απλά και το μάμαλο στην τσέπη. Κατά τα άλλα… πανηγύρι.
Δεύτερο, γιατί ένα δημοτικό τραγούδι δεν είναι ενός τραγουδιστή, ανήκει σε όλους. Ενώ τα ραβασάκια ανήκουν σε έναν καλλιτέχνη. Για να κάνουν όνομα για τις πίστες της Αθήνας σκύλεψαν τα πάλκα των πανηγυριών. Το παίξανε δημοτικοί στην αρχή τους για να γίνουν γνωστοί και τώρα συντηρούν το όνομά τους θυσιάζοντας το δημοτικό.
Εδώ όμως την ευθύνη δεν την έχουν μόνο οι καλλιτέχνες, αλλά ΚΥΡΙΩΣ αυτοί που πάνε πελάτες σε αυτά τα σκυλοσκηνικά. Δεν φταίει ο τραγουδιστής μόνο, αλλά και ο άλλος που τα σκάει για να τον χτίσει πίσω από κούτες «σαμπάνιας», που είναι σόδες σε μεγάλα μπουκάλια που κάνουν τσαφ. Οι καλλιτέχνες κακώς παίζουν τα κλαρινοπόπ τους. Ο άλλος που «μερακλώνει» και σηκώνεται να «χορέψει» έναν κυκλικό αχταρμά και κουνάει το κεφάλι και καλά στο ρυθμό, δεν φταίει; Αυτός που καίει μπουκάλια ουίσκι επειδή τραγούδησε το ίνδαλμα το «χρόνια σου πολλά αγάπη μου γλυκιά» δε φταίει;
Παράλληλα υπάρχει μια τεράστια παρεξήγηση: «μα αυτά παίζουν τα όργανα πια». Όχι, δεν ισχύει. Αυτά παίζουν τα όργανα όταν η πίστα είναι «ανοιχτή», δηλαδή ο χορός δωρεάν και ο καλλιτέχνης κάνει ό,τι γουστάρει. Και ό,τι πάρεις είναι πανάκριβο. Στην περίπτωση αυτή οι καλλιτέχνες έχουν πληρωθεί από τον μαγαζάτορα και οι τιμές σε ποτά είναι στο Θεό. Ενδεικτικά ένα ποτό στο πανηγύρι της Παλιοπαναγιάς φέτος ήταν ακριβότερο από ό,τι σε roof garden στο Μοναστηράκι με την Ακρόπολη πιάτο στο χέρι σου! Όταν λοιπόν ο «λάτρης» του «δημοτικού» πάει σε τέτοιες σκυλοκαταστάσεις, φταίει. Αφήστε τους μια δυο χρονιές άδειους και θα δείτε πως το ραβασάκι θα γίνει Βλαχοθανάσης και πως η φασαρία για τα μάτια της Μαρίας θα γίνει Μαυριδερούλα.
Πάμε τώρα στην άλλη πλευρά, αυτή των εγκληματιών από καλή πρόθεση, των «παραδοσιακών» καλλιτεχνών που στο μυαλό τους υπηρετούν την παράδοση κακοποιώντας και αυτοί με άλλο τρόπο τα δημοτικά πανηγύρια. Εδώ κάνουν την εμφάνισή τους χορευτικές ομάδες με φουστανέλες και σιγκούνια το κατακαλόκαιρο, με το άγχος του μετρήματος των βημάτων να φαίνεται στο πρόσωπο των μελών του χορευτικού. Τίποτα αυθόρμητο, μια χορογραφία μουσειακή. Ο χορός ο παραδοσιακός μπορεί να αναπαρίσταται έτσι, αλλά ο δημοτικός χορός είναι αλλιώς. Σπάνια ο ίδιος άνθρωπος θα χορέψει με τον ίδιο τρόπο το ίδιο τσάμικο. Θέλει μεράκι, κέφι και να βγάλεις αυτό που νιώθεις τη συγκεκριμένη στιγμή. Ο δημοτικός χορός είναι έκφραση, όχι χορογραφία. Αλλιώς δεν είναι δημοτικό.
Μην παρεξηγηθώ: οι χορευτικές ομάδες παραδοσιακών χορών προσφέρουν ΕΡΓΟ. Και εγώ εκεί έμαθα να χορεύω, και ο γιός μου το ίδιο. Δεν είναι δημοτικό όμως αυτό που κάνουν στα πανηγύρια, είναι παραδοσιακό. Έχει διαφορά.
Εκτός των χορευτικών ομάδων στα πανηγύρια έχει τελευταία μια ακόμη κατηγορία οπαδών της «παράδοσης», αυτή των συγκροτημάτων που παίζουν «παραδοσιακά». Που θεωρούν το δημοτικό «μουσειακό» είδος και όχι ζωντανό. Εννοούν ότι δεν έχουν καθόλου «έκο», παίζουν σε χαμηλή ένταση και όλα τα όργανα είναι παραδοσιακά και γενικά υπάρχει μια «ορθοδοξία» που όμως δεν σχετίζεται απαραίτητα με τη δημοτική μουσική. Εδώ έχουμε τρία προβλήματα.
Πρώτο σημείο που αυτές οι ορχήστρες είναι λάθος, είναι που δεν καταλαβαίνουν πως το δημοτικό τραγούδι είναι ζωντανό. Δεν είναι παράδοση, είναι σήμερα. Εξελίσσεται διαρκώς στον χρόνο από τον ίδιο τον κόσμο. Επομένως είναι ανοησία να επιμένεις πως ορχήστρα που έχει μπάσο και ντραμς δεν είναι δημοτική. Όχι φίλοι εραστές του παραδοσιακού, το δημοτικό δεν χάλασε από το μπάσο αλλά από το σκυλάδικο. Αν παίξεις ένα τσάμικο ωραίο είτε με μπάσο είτε με λαούτο, παραμένει τσάμικο. Δεν είναι το όργανο αλλά ο σκοπός και κυρίως ο τρόπος το πρόβλημα!
Μεγαλύτερη απόδειξη ότι το δημοτικό είναι ζωντανό και όχι παραδοσιακό είναι το ίδιο το κλαρίνο. Το κλαρίνο ΔΕΝ είναι παραδοσιακό όργανο. Το κλαρίνο ήρθε στην Ελλάδα μετά το 1810. Δηλαδή όλα αυτά τα τραγούδια που ξέρουμε ως «κλέφτικα» δημιουργήθηκαν όταν ακόμα ΔΕΝ υπήρχε κλαρίνο στην Ελλάδα. Ο Κολοκοτρώνης και ο Καραϊσκάκης πιθανόν να μην χόρεψαν ποτέ με κλαρίνο! Αντικατέστησε άλλα πνευστά όπως η φλογέρα και η πίπιζα, απλά γιατί άρεσε περισσότερο και επειδή άφηνε μεγαλύτερα περιθώρια για δεξιοτεχνία. Όταν λοιπόν η σημαία του δημοτικού είναι το κλαρίνο το οποίο ήρθε στην Ελλάδα αιώνες μετά από τότε που βγήκαν τα περισσότερα δημοτικά τραγούδια, πως μπορεί παραδοσιακό να σημαίνει και δημοτικό;
Δεύτερον, πανηγύρι και γενικά οποιοδήποτε δημοτικό γλέντι σημαίνει διάρκεια. Είναι φύσει αδύνατο ένας τραγουδιστής ή ένας κλαρινίστας να σταθεί στο πάλκο πάνω από κάποιες ώρες. Μετά από δύο, άντε τρεις ώρες θα σταματήσει. Εκτός αν έχει την ηχητική η οποία του επιτρέπει να ακούγεται χωρίς να πιέζεται στο τέρμα των δυνατοτήτων του από άποψη αναπνοής και λαιμού. Τα ηλεκτρόφωνα και το ελαφρύ έκο αυτό προσφέρουν στα γλέντια διάρκεια. Η έλευση των ηχητικών στο δημοτικό τραγούδι συνέπεσε με την εποχή που σταμάτησε αυτά να τραγουδιούνται «εν χωρώ», δηλαδή από το σύνολο των παρευρισκόμενων στο γλέντι. Αν θέλετε να κάνετε πανηγύρι με τραγουδιστή στο πάλκο κύριοι «παραδοσιακοί» καλλιτέχνες, θα έχετε και ηλεκτρόφωνα και έκο. Όχι τίποτα γελοίες καταστάσεις όπως στα σκυλοκλάρινα, όσο χρειάζεται για να είναι στο ρελαντί ο τραγουδιστής. Αλλιώς είτε βάλτε τον κόσμο να το πάρει με το στόμα όλοι μαζί για να είστε πραγματικά «παραδοσιακοί» για να τελειώνει το γλέντι το πρωί όπως πρέπει, ή θα κατεβαίνετε από το πάλκο σε δύο ώρες. Αλλά τότε δεν είναι πανηγύρι, είναι συναυλία. Γιατί το δημοτικό πανηγύρι σταματάει όταν βγει ο ήλιος, όταν δεν μπορεί να χορέψει κανένας άλλο ή όταν απλά τελειώσουν τα λεφτά.
Τρίτον, αυτό που αγνοούν οι «παραδοσιακοί» είναι ότι δημοτικό σημαίνει και τοπικό. Δημοτικό εδώ είναι το τσάμικο, το συρτό, οι σκοποί της περιοχής του Μεσολογγίου όπως το Ράστ και ο Αμάραντος. Άντε και μια επιμειξία με σκοπούς όμορων περιοχών, όπως είναι τα ηπειρώτικα και τα σαρακατσανέικα. Ως εκεί όμως. Φίλε παραδοσιακέ δεν μπορεί να λες ότι κάνεις πανηγύρι και μετά από 2 ώρες «κλαρίνα» να ανεβαίνει άλλο σύνολο που παίζει Κύθνο, Κρήτη ή Ικαρία. Ούτε μπορεί να μιλάμε για δημοτικό χορευτικό όταν στη Ρούμελη χορεύεις μόνο νησιώτικα και Θρακιώτικα. Καλά και άγια όλα αυτά για φεστιβάλ, αλλά όχι για πανηγύρια. Μην κάνετε πανηγύρια σουπερμάρκετ παραδοσιακών σκοπών από όλη την Ελλάδα!
Και που έχει καλά και σωστά πανηγύρια δημοτικά; Εξαφανίστηκαν; Έχουμε μείνει με τις παραδοσιακές συναυλίες από τη μία και τους κλαρινοπόπ από την άλλη; Ευτυχώς, το δημοτικό αντέχει. Υπάρχει και είναι εδώ. Και μαζεύει πάρα πάρα πολύ κόσμο. Δεν σβήνει εύκολα η λαϊκή ταυτότητα, αντέχει όπως και οι αξίες παρά την κρίση τους.
Αν θέλετε να βρείτε δημοτικό πανηγύρι η συνταγή είναι απλή. Πρώτον, ποιοι καλλιτέχνες είναι στο πάλκο. Είναι σκυλοπόπ ινδάλματα που βρίσκεις στο youtube πίσω από κούτες σαμπάνιας, που μπαίνουν στο χώρο με μπουλντόζες και ελικόπτερα, που έχουν «δικά τους» τραγούδια; Μην πάτε, θα σας βγει μάπα. Είναι σοβαροί δημοτικοί, σεμνοί και ταπεινοί; Πάτε, έχει πιθανότητες.
Δεύτερον, να μην λέει «πίστα-χορός ελεύθερα». Εκεί σπάνια ακούς δημοτικό ή έστω μόνο δημοτικό. Αν όμως είναι με «χαρτούρα» ανεβαίνουν οι πιθανότητες να είναι δημοτικό. Γιατί ο άλλος που πληρώνει 10 ή 20 ευρώ για ένα τσάμικο το εκτιμάει και το πονάει, δεν θα χορέψει τις μαργαρίτες που δε μιλάνε, ούτε θα γουστάρει στην ιδέα να αλλάξει γειτονιά εκείνη την ώρα. Θα χορέψει το τραγούδι που τον μερακλώνει και θα απαιτεί από την ορχήστρα να τον κοιτάει στα πόδια. Η οποία με τη σειρά της θα παίξει για να τον ικανοποιήσει, γιατί αλλιώς… δεν ξανά’ χει. «Μα που λεφτά για χορό μέσα στην κρίση;» θα σκεφτεί κάποιος αυθόρμητα. Έλα όμως που δεν είναι έτσι: θα βρεις μπύρα με 2 ευρώ κουτάκι ή 3 αν μπουκάλι μεγάλο, ψητό κάτω από 20 ευρώ, ποτό στα 5 και μπουκάλι ουίσκι στα 50 σε αυτά τα πανηγύρια. Ε, άμα σε παίρνει η στροφή πετάς και 10 ή 20 ευρώ για την πάρτη σου. Δεν σε παίρνει; Παίρνεις ένα ποτό με 5 ευρώ ή μια μπύρα με 2 ευρώ και χαίρεσαι με τα μεράκια των άλλων που παραγγέλνουν… δημοτικά. Τα πάντα εν σοφία που λένε
Τρίτον, μπορεί να χρειαστεί να κάνετε και λίγο δρόμο παραπάνω. Με αυτές τα τρία σημάδια, δεν πέφτεις εύκολα έξω. Και να μην έχει μουσειακές φουστανέλες στην έναρξη.
Κοντολογίς, δημοτικό δεν είναι ούτε η σκυλοπόπ με τις σαμπάνιες, αλλά ούτε και τα «παραδοσιακά» σχήματα που αντιμετωπίζουν το δημοτικό ως μουσειακό είδος. Είναι τα πανηγύρια στα οποία που βγαίνει μεράκι και όχι επίδειξη, εκεί όπου γίνεται γλέντι με τον κόσμο στην πίστα να χορεύει τα μεράκια του. Δεν είναι ούτε εκεί που ο κόσμος σταφυλοπατάει πιασμένος χέρι χέρι, αλλά ούτε και εκεί που κάθεται στην καρέκλα ακούγοντας ήχους προχθεσινούς. Και ευτυχώς, αυτό το δημοτικό υπάρχει ακόμη, όπως υπάρχουν και οι αξίες και η συλλογική λαϊκή ταυτότητα.
Και του χρόνου Αύγουστε με τα αληθινά δημοτικά πανηγύρια σου!
πηγή: http://www.skaipatras.gr
Κείμενο: Γιώργος Ασημακόπουλος, Πληροφορικός, Λέκτορας στο Τμήμα Μηχανικών Πληροφορικής του ΤΕΙ Δυτικής Ελλάδας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου